Τα παρακάτω γράφονται με αφορμή το μάθημα επιλογής της Ιστορίας 7, με καθηγητή τον Τσιαμπάο, το οποίο διδάχτηκε το χειμερινό εξάμηνο 2022-2023.
Η εξεταστική έχει σχεδόν φτάσει στο τέλος της και είδαμε πολλά. Highlight δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από την αυτοδημιούργητη, start up ομάδα ή αλλιώς συμπόσιο ή ομαδικό πάνελ, το perceptions of Athens. Για όποιον μπερδεύτηκε, αναφερόμαστε απλά στην ιστορία 7, αυτή του Τσιαμπάου. Την ημέρα της παράδοσης αντικρίσαμε κάποιου είδους ημερίδα, κλίμα συγκινησιακό, γονείς περήφανους, φοιτητές στολισμένους, τζάμπα νεράκια, ταξιθέτες αγχωμένους, ομιλητές κορδωμένους. Δεν είναι η πρώτη φορά που σε αυτή τη σχολή βλέπουμε να ξεδιπλώνονται τα γούστα των διάφορων φαντασμένων καθηγητών, στα προαπαιτούμενα των διάφορων μαθημάτων, των συνθέσεων, των παρουσιάσεων κτλ. Έχουν προηγηθεί και άλλοι πριν από αυτόν.*
Αλλά ας πιάσουμε τα πράγματα από την αρχή:
Η ιστορία 7, όπως και κάθε προπτυχιακό μάθημα, είναι θεωρητικά ένας κύκλος μαθημάτων γύρω από κάποιο ακαδημαϊκό περιεχόμενο εκπαιδευτική διαδικασίας. Ένας κύκλος που συνήθως ολοκληρώνεται, για να ανοίξει ο επόμενος, με την αποτίμηση των εργασιών στο τέλος του εξαμήνου, την συζήτηση γύρω από τα θέματα, τις διαφωνίες και τις συμφωνίες μεταξύ φοιτητών. Μέσα σε αυτόν τον κύκλο εκπαιδευτικής διαδικασίας λοιπόν, όπως και σε κάθε άλλο, όσο και αν κυριαρχεί ο φοιτητικός καριερισμός, ο ανταγωνισμός, η καθηγητική αυθεντία, ο ψευτο-ακαδημαϊκίστικος λόγος, η δήθεν επιστημοσύνη των διάφορων φαντασμένων, τουλάχιστον βρίσκεται και ένα εν δυνάμει πεδίο συζητήσεων, αντιθέσεων, κριτικής.Φέτος όμως, το συγκεκριμένο μάθημα της ιστόριας, «Εμβαθύνσεις, πλευρές του ελληνικού μοντερνισμού», πήρε άλλη τροπή και άλλα χαρακτηριστικά. Μετατράπηκε σε κοσμικό συμπόσιο, γνωστών, με αποκορύφωμα την παράδοση. Και οι φοιτητές αντί να συζητούν, δεδομένου και του θέματος, για το τι σκατά είναι αυτή η πόλη, αρκέστηκαν στην αναπαραγωγή των λόγων, των διάφορων «σημαντικών» και στο να εκπαιδευτούν αντ’ αυτού στο pr-λικι που αναλογεί στο στήσιμο μιας «ημερίδας». Και εμείς αναρωτιόμαστε από πότε το PR είναι προϋπόθεση για να περάσεις το μάθημα; από πότε το μάθημα της ιστορίας έχει μετατραπεί σε κοσμικό ιβέντ;
τι έκανε το συγκεκριμένο μάθημα;
Το μάθημα της ιστορίας 7 λοιπόν, προπαγανδίστηκε με τίτλο «Μαθαίνουμε την πόλη με μη αρχιτέκτονες», και για όποιον το μυαλό του πήγε σε κανά τυχαίο περαστικό, φίλο, μετανάστη, γιαγιά, γρήγορα διευκρινίστηκε. «Με ΓΝΩΣΤΟΥΣ μη αρχιτέκτονες». Φυσικά το κριτήριο επιλογής όσων θα κάτσουν γύρω από το μεγάλο τραπέζι που αναλύει την πόλη, ήταν ασαφές, κατά τα φαινόμενα η διασημότητα, ή ίσως και τα φράγκα (;). Μάθαμε δηλαδή ότι για να γνωρίσουμε την πόλη μέσα από μια έξωακαδημαική ματιά, ας μιλήσουμε καλύτερα με φίρμες. Ας μας μιλήσει η καλλιτεχνική, και όχι μόνο, show biz για το τι είναι η πόλη. Μιας και οι διάσημοι έχουν γνώμη για όλα, γνώμη έγκυρη, αυτοδημιούργητη, φραγκάτη, ινσταγκραμικά διαδεδομένη. Μερικοί από αυτούς εξάλλου, το έχουν κάνει και στο παρελθόν, διατυπώνοντας τα σταυρονιαρχικά τους όνειρα, για τον αστικό χώρο της μπουρζουαζίας, βλέπε Μαραβέγιας. Και εν τέλει τι μαθαίνεις από αυτές τις αφηγήσεις; Από πού ψηλά αγναντεύει ο ένας το αστικό τοπίο και από που εμπνέεται ο δείνα για τα έργα του; Αν νομίζουμε πως έτσι θα μάθουμε για την πόλη, αν όχι ανίδεοι, είμαστε σίγουρα γελασμένοι.
Εμείς πίσω από αυτή τη λαμπερή βιτρίνα, που ονομάστηκε «μάθημα» βλέπουμε ένα διανοητικό τίποτα. Βλέπουμε τη λογική του πώς θα πλασάρει ο καθένας τον εαυτό του, μπροστά σε ένα δήθεν «αξιόλογο» κοινό, πώς θα λάμψει πίσω από την κοσμικότητα και το υποτιθέμενο κύρος των ονομάτων. Πώς με αξεσουάρ τύπου νεράκια, φακέλους, κάμερες χτίζεται μια τύπου σοβαροφανής εικόνα, ενός τύπου συνεδρίου/event για να ντύσει την κενότητα των συζητήσεων και να αναδείξει την απόσταση που έχουν από την πραγματικότητα της πόλης και της ζωής σε αυτή. Το μάθημα δομείται έτσι, με όρους θεάματος και ουδεμία σχέση έχει με οποιαδήποτε διαδικασία όξυνσης της αναλυτικής και κριτικής σκέψης. Η διαδικασία αυτή στην καλύτερη δημιουργεί απλά φαντασμένους που ονειρεύονται να ανέβουν στο βήμα, στην χειρότερη μαϊντανούς.
Η παραπάνω λογική, άντλησης αξίας από ένα ίματζ, από διασημότητες και φανφάρες δεν μας κάνει εντύπωση. Εμπίπτει στο σύγχρονο σοσιαλ-μιντιακό παράδειγμα καθημερινής ζωής αλλά και μάθησης που ευθυγραμμίζεται όλο και περισσότερο με ένα όραμα ινσταγκραμικής καριέρας. Αυτή η λογική, σίγουρα δεν τοποθετείται σε καμία συνάφεια με την ζωή και την πόλη και ας θέλουν πολλοί να νομίζουν. Χτίζεται μέσω πλασματικών αφηγήσεων, εικόνων, τσιτάτων στα σόσιαλ, και όχι μόνο, απομονωμένων από κάθε συγκείμενο, από οποιαδήποτε σύνδεση με την κοινωνία. Η συνθήκη αυτή, στην οποία εμπίπτει και το μάθημα, είναι μια οργανωμένη συνθήκη παραγωγής ανίδεων. Μια συνθήκης οργανωμένης άγνοιας. Που εν τέλει θρέφει πρότυπα αυτό-μανατζαρίσματος, προώθησης του εαυτού, branding των πάντων κτλ.
Την πόλη όμως, δεν την μαθαίνεις μέσα από το γυαλί, ούτε από τα διάφορα περιοδικά αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος. Και σίγουρα δεν την μαθαίνεις μέσα από ηλίθεια μεταμοντέρνα χάπενινγκς. Γιατί η πόλη και η ζωή που φέρει, δεν αποτελεί περιεχόμενο μιας βιτρίνας, ούτε ραφιναρισμένο σκηνικό από ταινία όπως πολλοί αρέσκονται να αφηγούνται για αυτήν. Ούτε είναι απλά η τέλεια πόλη εμπόρευμα που καταναλώνουν οι χιπστερικοί ινφλουένσερς. Είναι οι ζωές μας, που διαρκώς υποτιμούνται και οριοθετούνται.
Η πόλη διαμορφώνεται μέσα από τις κοινωνικές αντιθέσεις, τις συγκρούσεις, τις ανάγκες και τους τρόπους όσων την ζουν καθημερινά, βιώνοντας στο πετσί τους τις αντιφάσεις, δομώντας σχέσεις, ζώντας μια ζωή πραγματική. Και όχι μέσα από όσους κάνουν κοινωνική παρατήρηση μέσα από την κλειδαρότρυπα.
Η πόλη ανήκει σε αυτούς που την έχτισαν (με τις ανάγκες τους και τα χέρια τους), σε αυτούς που την γκρέμισαν (με την οργή τους), σε αυτούς που τη ζουν.
*βλέπε προκήρυξη “Το lifestyle είναι μαγικό, από μηδενικό σε κάνει νούμερο”, 18 Φεβρουαρίου 2019